|
MΑΚΡΙΝΟ
Γκρίζος, αχνός
ουρανός - τα δένδρα τ' αγέρι προσδοκούν
ν' αρχίσουν το τραγούδι τους
Η Φύση ολάκερη, ασάλευτη-
ακόμη σα ν' αφουγκράζεται τα ερέβη
Κρεμασμένος στη Στιγμή αυτή
Να, κάτι μακρινό που έρχεται από μέσα σου
Λύτρωση,
ζωής πνοή, όλα να ξεκινήσουν
Πλέεις μέσα στο Άγνωστο της μέρας που αρχίζει
ήχοι μακρινοί μουσικής, ήχοι του δρόμου
μέσα σ' ένα φως θολό που όλο ξανοίγει
Κοιτάζεις τον εαυτό σου
τα χθεσινά, τα αόρατα τοπία
τα αδιόρατα μελλούμενα.
Μια ησυχία μοναχά, μια θλίψη,
γέρνει στο βάζο το κλαδί συμπονεμένο
μάτια απορεμένα να ρωτούν
τι έχασες, τι χάνεις
Ψηλά το φέγγος διασπά παράθυρα
της νύχτας αναστεναγμούς γεμάτους προσδοκίες
σκορπίζουν όλα γραμμένα τα χαρτιά
όλα διαγραμμένα πια
τροφή του ανέμου, του φωτός
των μελισσών παιχνίδι
Σκύβεις να τα μαζέψεις
μήπως και βρεις εκείνο που ζητάς
εκείνα τα χαμένα εκείνος, εσένα,
γνωστούς και άγνωστους άγνωστα και γνωστά
Ζητάς τον εαυτό σου να βρεις
τον έχεις χάσει μέρες, μπορεί χρόνια Κάπου ξεχάστηκε...
Της μακρινής θάλασσας αχός σε τυλίγει. (top)
ΥΠΕΡΒΑΣΗ
Από
του σκοταδιού την απραξία και πάλι αναδύεσαι
σεντόνια ανάκατα, εφημερίδες, περιοδικά
- αντιγραφή ψευδής και ανιαρή πραγματικότητας -
Άδεια φλιτζάνια - προμηνύματα -
μέρας που εξαντλήθηκε όμοια μ' όλες τις άλλες
Ροζ φως μιας νύχτας ακόμη που ήρθε βουβή
Να οδεύσεις σηκώνεσαι, προς τα 'κει που υπάρχει
ξεκάθαρη όψη του Σήμερα του πρόσφατου Χθες
Ένα άλλο Χθες σε ζυγώνει,
σου θυμίζει πως ο έρωτας σώζει μονάχα:
Φωνή, Παρουσία, - μια άλλη Διάσταση -
Κάποιος μακρινός εαυτός, ανομολόγητες
ξυπνά επιθυμίες,
την ύπαρξη δονεί την ήρεμη επιφάνεια αναταράσσει μια άλλη βαθύτερη
ανάγκη ξεχασμένη
Και διαβαίνεις τους δρόμους
Άγνωστα πρόσωπα, κίνηση, φώτα
τούτο το φράγμα διασπούν
Βαδίζεις, ανάλαφρη, θολή φιγούρα απ' τα βάθη του Εαυτού σου βγαλμένη
Η νύχτα γίνεται συμπαραστάτης
Με το βελούδινο παραπέτασμα της πνίγει τη μυστική κραυγή (top)
ΔΙΑΦΥΓΗ
Κάθε πρωί κουρντίζεις
το ρολόι
σημειώνεις τη μέρα
Καμιά φορά, αυτή με κόκκινο
γίνεται συναρπαστική
Πουλιά τραγουδούν μέσα σου το ίδιο τραγούδι
Το 'μαθες πια απ' έξω, το βαρέθηκες
Βγαίνεις για να μην ακούς άλλο
Σε μια πόλη, άλλοτε γκρίζα, σκληρή
άλλοτε γελαστή, γαλάζια
Το καλοκαίρι, πηγαίνεις μακριά σε κάτασπρα νησιά
πεταλούδες πολύχρωμες κυνηγάς
φορώντας το δέρμα σου μόνο
Γελάς, γιατί γλίτωσες ακόμη μια φορά. (top)
ΜΙΑ
ΑΛΛΗ ΜΟΥΣΙΚΗ
Ίχνη, αποτυπώματα
μέρας ανέμελης, θελκτικής Ανυποψίαστης
Φεύγεις, γυρνάς είν' όλα όπως τ' αφήνεις
Το χώρο αυτό τον άδειο
τα χέρια σου γεμίζουν
μάτια που το σκοτάδι διασπούν
Σαν βρίσκεσαι μονάχος
στα πράγματα ακουμπάς
μεσ' τους τριγμούς τους τριγυρνάς
χωρίς σκοπό κι αιτία
Μα, σαν παίζει αυτή η μουσική
όλα κοπάζουν, ηρεμούν
Μια βεβαιότητα μεσ' την ανεμοζάλη
έξω από σένα σε οδηγεί
σε μέρη μακρινά, αστραφτερά τοπία
Απαλά, σε απάνεμο φως πλέουν όλα. (top)
ΑΝΑΔΥΣΗ
Σώμα βαρύ από του
σκοταδιού τα βάθη
μέσα από ηδύ και άϋλο ταξίδι
ανυπαρξίας και πάλι αναδύεσαι
Χέρια, φτερούγες γήινες γαντζώνονται με ζέση,
σε πράγματα απτά
Οι πρώτες σκέψεις το Χθες ζυγώνουν
γρήγορα απομακρύνονται Το Σήμερα έχει σημάνει
Ακίνητα όλα ακόμη αφουγκράζονται τα Ερέβη
Από το βάθος πάλι στο φως σιγά-σιγά όλα βγαίνουν,
στη ζωή να παραδοθούν
Όλα περιμένουν στους κτύπους των ωρών
όλα είναι καινούργια
Με φως, με ήλιο τρέφονται
τη νύχτα, απλώνουν ρίζες
τρίζει βαθιά το έδαφος
Τα όνειρα κι αυτά,
από το φως παίρνουν φωτιά
τη δύναμη τους, από τη σάρκα τη ζεστή
να ξεκινήσει η μέρα
του Χρόνου η μηχανή. (top)
ΡΟΛΟΙ
Σιγά-σιγά το σώμα
ξυπνάει
Στον καθρέφτη το είδωλο σου, οικείο
μάτια, χείλη, μέτωπο ίδια όπως εχθές
Όμως ο χρόνος κυλά
ανεπαίσθητες ρωγμές
Μια μέρα, όλα θ' αλλάξουν
Ως τότε υπάρχει καιρός
Καιρός περνάει, όλα αλλάζουν και δεν αλλάζουν
Ένα περίεργο νόμισμα πότε χάλκινο, πότε χρυσό
Το χαλί της μνήμης στήνει παγίδες
Ένα ποτάμι διασχίζεις
κολυμπάς στα ίδια νερά το τοπίο
δεν ξέρεις πότε κι αν θ' αλλάξει
Ζωή, για κείνη ζεις
Ένα αγαθό που σου δόθηκε
πάνω απ' όλους κι όλα
άγνωστο γιατί
Όραση, γεύση, ακοή
αισθήσεις γεμάτες από ένα περίεργο φως
χιλιάδες αποτυπώματα αναλαμπές κρυφές
Ένας εξερευνητής που ψάχνει - έτσι ταγμένος να ζεις. (top)
ΑΤΕΛΕΙΩΤΟ
ΠΑΙΧΝΙΔΙ
Μια βεβαιότητα
αρνητική
πως δεν υπάρχει αύριο
που θα γεμίσει το σήμερα
με μικρές πολύχρωμες, ιριδίζουσες στιγμές
Μ' έναν βαθύτερο, ξεχασμένο εαυτό
σε τρέφει
Σε ξυπνά κάθε πρωί
το γαλάζιο ατενίζοντας σιωπηλών ουρανών
ξαφνιάζοντας σε με τις ήσυχες κοψιές των πεύκων
τυλίγοντας σε λησμονημένες μουσικές
Θάλασσες σμαραγδιές, πυκνά φυλλώματα
στον έρωτα του ανέμου, της σιγής, παραδομένα
του ήλιου, που δύοντας αργά
το βάθος του αινίγματος αποκαλύπτει
Μια ανώτερη ποιότητα σε κατακλύζει
Το φως ταξιδεύει αργά
απλώνεται, παρασέρνει
Αόρατες φτερούγες σε σηκώνουν ψηλά
κοιτάζεις τον εαυτό σου
ν' ακουμπά σ' αυτά τα πράγματα
στην καθημερινότητα του
Κείνο που ξέφυγε, όλο ξεφεύγει κι είναι
σαν του ανέμου με των δένδρων τις κορφές
του ήλιου με τις συννεφιές
ατέρμονο παιχνίδι. (top)
ΑΕΝΑΗ
ΓΙΟΡΤΗ
Τριαντάφυλλα δύο
στο βάζο,
κόκκινα τα βλέπεις που ανασαίνουν ανεπαίσθητα
σύντομα γέρνοντας θα χαθούν
μαζί με τη δική σου ευδιαθεσία
Γιατί δε φθάνουν μόνο, το φως,
το νερό ο αέρας, για να ζήσεις
Θέλεις πολλά, αναρίθμητα
Μέρη απ' του ανέμου το τραγούδι μαγεμένα
φιδίσια μονοπάτια
Ήλιοι βυθίζονται στο άκρο της θάλασσας
πορτοκαλιές ανταύγειες στιγμές πυρακτωμένες
Ταξίδι στο άκρο της γης
στο πέρας του φωτός
Μύριες σε διαπερνούν ανατάσεις
όλο το φάσμα των αισθήσεων διατρέχοντας
Πέπλα της νύχτας λαμπυρίζοντα
μέσα σ' αρώματα κήπων πευκόφυτων
Οι μουσικοί κουρντίζουν τα βιολιά τους
κάλεσμα σε στροβιλισμό βαλς που κρατά αιώνια
Αγάλματα μειδιούν λευκά και Σεραφείμ
με Χερουβείμ ακολουθάνε
αγγέλους μεγαλόπρεπους
Δεν είναι μια άϋλη στιγμή αλλ' αποτύπωμα
βαθύ στου χρόνου τους αμμόλοφους
Κενά, αποσιωπήσεις, αποστάσεις
ο Φόβος, το Άγνωστο
λέξεις πια, δε σε αφορούν. (top)
ΑΟΡΑΤΟ
ΤΟΠΙΟ
Πέτρινο δάσος
μέσα σου βογκά και σειέται
Αόρατα κλαδιά σε ζώνουν
χέρια παγωμένα
Εντός σου έχει κτιστεί κέλυφος είσαι
Υπόγεια ρεύματα θεριεύουν τις ρίζες του
λίγο το φως, ο αέρας
Μέσα του έχεις μπλεχτεί
προστάτης συνάμα εχθρός
στο φως να βγεις δε σ' αφήνει
Σμιλεύεις τούτα τα κλαδιά
απαλοί μίσχοι φυτών λεπτών, αναρριχητικών να γίνουν
να υπάρξει οδός διαφυγής. (top)
ΦΥΓΗ
Τίποτε δεν είναι
ορατό
ψηλαφίζεις πρόσωπα, πράγματα, λέξεις
-το μυστικό τους να κατανοήσεις
Κάτω απ' την επιφάνεια όλα δονούνται,
ακατάπαυστα στέλνουν μηνύματα
Σε μια τροχιά γυρίζεις ολοένα
αφουγκράζεσαι, μαντεύεις,
στην ουσία προσπαθείς να εισχωρήσεις
-ένα αόρατο τείχος φραγμός.
Λυπητερού βιολιού σκοπός
βιολέτες που δεν είναι
δρόμοι και αδιέξοδο -κείνοι που διάβηκες
στο ίδιο σημείο πάντα σ' άφηναν:
κει απ' όπου παρατηρούσες την κίνηση
στη μεγάλη λεωφόρο
Μεγαλόπρεπα άσπρα κτίρια,
στοργικά προάσπιζαν μια ανέμελη ευτυχία.
Στέγες κεραμιδένιες μακρινές,
κάτω από σύννεφα που παίζουν με το φεγγάρι
Γυρίζεις σαν μια έκλαμψη μεσ' της σιγής τα βάθη
Το πρωί, σε γκριζογάλανο
ομίχλης φως, λιβάδια κρήνες μοναχικές,
οι καμινάδες που καπνίζουν των τζακιών,
Σαν τα παλιά άσπρα κτίρια σε καλημερίζουν εγκάρδια. (top)
ΓΚΡΙΖΟ
ΠΡΩΙΝΟ
Δρόμοι, αυτοκίνητα,
πάνε ατελείωτα
Κτίρια πολυώροφα,
άνθρωποι στην κίνηση
πουλιά γαντζωμένα σε σύρματα ηλεκτροφόρα
Σε δένδρα αναιμικά φυλλορροούν οι σκέψεις
γκρίζο το κενό, πρόσωπα βουβά κι ο θόρυβος
των μηχανών απ' άκρη σ' άκρη να διαπερνά το γυάλινο τοπίο
Μπαλκόνια στενά με ρούχα απλωμένα
γλάστρες με φύλλα αναιμικά μαγαζιά
- μια ευτελής πραμάτεια -
όλοι προχωρούν σε δαιδαλώδη τροχιά
Στα ίχνη μιας ξεχασμένης πια ιστορίας.
Και φεύγουν, γιατί όλα σιωπούν
έξω απ' αυτά τα τείχη
ορδές σύγχρονων πολεμιστών
πολέμου μ' άγνωστα φαντάσματα
Για 'κει που ακούγονται πουλιά
το θρόισμα της θάλασσας
το τραγούδι μιας ξένης πια ζωής.
(οδός Μιχαλακοπούλου) (top)
ΤΕΝΤΩΜΕΝΟ
ΣΧΟΙΝΙ
Κόκκινο φως σιωπηλού
δειλινού
Μέσα σου σε πάει
Κει που ένα ήσυχο ζώο έχει κουρνιάσει
Τρυφερά σου γλείφει τις πληγές
Ένα άλλα ζώο με ήρεμα μάτια
-δεν προσμένει τίποτα μόνο αφήνεται
στο τελείωμα της μέρας- σε κοιτάζει
κόκκινο φως, πορτοκαλί, ανταύγειες
από πυρακτωμένο σίδερο
στη στάχτη που πάει να σβήσει
Αφήνεσαι βαθιά και πας
το πεύκο στοργικός συμπαραστάτης
Ψηλά σκαρφαλώνεις μέσα
σ' άλλη μια νύχτα που έρχεται
Καταφύγιο των πιο μοναχικών ερώτων... (top)
ΤΟΠΙΟ
2
Απαλοί λόφοι
σβήνουν αργά
μέσα στη λιμνοθάλασσα
κάποιος σ' ένα ποδήλατο στην έρημη παραλία
πάει σ' όσα δεν ξέρεις
Εδώ δεν ακούγονται παρά κάτι παράξενα,
ερημικά πουλιά μέσα σ' ένα απέραντο γαλάζιο
Απόμακρα βουνά, σκάβουν βαθιά στη γη
της αιωνιότητας τ' αχνάρια
Ισπανικό τραγούδι μεσογειακού απομεσήμερου
ζεστού κι οικείου
μεσ' τη σιωπή βαθιά σε πάει και μακριά το νοιώθεις
Το δένδρο γέμισε πουλιά
η μέρα πια τελειώνει
τον άϋλο γεύεσαι καρπό
μετά ψηλά πετάς γαλήνια.
Βραυρώνα (top)
ΠΑΥΣΗ
Φως διαχέεται αργά
παύση υγρή από βροχής σημάδια
απαλοί ασπασμοί εύθραυστες λουλουδιών στιγμές
Κάπου ουράνιο ξανοίγεται τόξο
Μια πόλη που στενάζει απ' το βάρος της
ανασαίνει για λίγο αναπαμένη
Κάθισες στο καφενείο
τρυφερά όλα, παραδομένα
στου δειλινού την ανασαιμιά υπενθύμιζαν
μια Άνοιξη που δε βιαζόταν
Το φως αργούσε να σβηστεί
πεισματικά έστεκε εκεί
φώτιζε τούτη την υπέρμετρη γενναιοδωρία
Κάτι που δεν έγινε καταιγίδα που δεν ξέσπασε
σκοτεινιά που δεν έφθασε και τότε
ατενίζοντας κεραίες, μπαλκόνια με γλάστρες
"της επαρχίας συνήθειες" όπως (κακώς) λέει ο Ταχτσής αναρωτήθηκε μέσα
σου η Αγάπη
Εκκρεμές να πηγαινοέρχεται
μετρώντας τα σημεία της αντοχής σου.
(Πλατεία Πλαστήρα) (top)
ΚΑΤΑΣΠΡΗ
ΠΟΛΗ
Μεσοκαλόκαιρο μια
πόλη άδεια σε προσμένει
τις ήσυχες της τις λεωφόρους να διαβείς
τ' απόμερα δρομάκια
σαν στις παλιές ταινίες
που έβλεπες μικρός
Σιωπηλό το μεγάλο πάρκο
στις αλέες του μοναχικός περπατάς
το τσιμέντο βγάζει ατμούς
τρίζουν οι κορμοί των δένδρων
Απ' τ' ανοιχτό παράθυρο μέσα στην ησυχία
οι τοίχοι ανάμεσα σε σένα και τους άλλους έχουν πέσει
Βγαίνεις στο μπαλκόνι, απέραντη σιγή
σαν χαρταετός ψηλά πετάς μέσα σε φως γαλήνιο. (top)
ΣΙΩΠΗ
Το
ραδιόφωνο παίζει,
το ρολόι μετρά τα λεπτά
Ο ημεροδείχτης σταματημένος
Άπλετος ήλιος, αλέες καταπράσινες
Ο πίνακας με τα τριαντάφυλλα που μου χάρισες
μου 'δωσε ζωή
Τούτο το τραγούδι με πήγε πίσω
Τότε που όλα ήταν μια υπόσχεση
Τώρα η Σιωπή μετρά τα λεπτά που περνούν
Ώρες ατέλειωτες κι όλα γύρω περιμένουν δικαίωση
Ναι, θέλεις να ζήσεις, όλα ζητούν να ζήσουν
Όμως δεν ξέρεις τον τρόπο...
όλα σταματούν κάπου
μόνο το τραγούδι τούτο ατέλειωτο είναι
Ζητάς να σ' αγαπήσει...εσύ, κι εσύ, κι εσύ...
Όλοι στην ίδια πορεία
ένα πλήθος που ψάχνει κάτι να βρει
Κι εσύ χαμένος μεσ' το πλήθος
ανταλλάσσεις λέξεις κενές, ψεύτικες υποσχέσεις, αφοσίωση
κι είναι κάτι μέσα σου -Επαναστατεί ολοένα
Σαν πέφτει η αυλαία κανένα χειροκρότημα
Όμως κάθε φορά
Συναναστροφών βάζεις πολύχρωμο ένδυμα
Ξαναρχίζεις. (top)
|