|
Αδύναμη
Απόφαση
Να
φύγεις, να ξεκόψεις, να χαθείς
απ' όλα όσα δέθηκες
-ανθρώπους, σπίτια, συναισθήματα.
Μακριά να βρεθείς
'κει που δεν θα φθάνουνε φωνές
και σκέψεις του παρόντος...
Εκεί όπου διαλέξεις απ' όλα θα ξεφύγεις
θα' σαι για πάντα ελεύθερος, αυτάρκης και σοφός
στα μάτια σου η φλόγα της εκδίκησης θα λάμπει
πως άφησες 'κεί πίσω, για πάντα το κενό...
Μόνος στους δρόμους θα γυρνάς τους διάπλατους και σε πλατείες
θα μιλάς παρέα με αγνώστους
έτσι που λευτερώθηκες από δεσμά κι αισθήματα
ολόλαμπρος, καινούργιος κόσμος θα προβάλλει!
Μέσ' τη βοή των πολυσύχναστων λεωφόρων,
θάν' όλα σα ν' αρχίζουν και πάλι απ' την αρχή
Το νέο κόσμο με πείρα θ' αντικρίζεις
θα' χεις καρδιά παιδιού, μυαλό σοφού, ώριμο, ζυγισμένο.
Μα σαν σκεφτείς πως όλα όσα έζησες
θ' αφήσεις ημιτελή, θλίψη σε κυριεύει:
πάλι ξανά ενδύεσαι -εκείνης της
πίστης σου της άλογης-
τα πρώτα τα δεσμά! (top)
Στην
Ακρογιαλιά
Γαλάζια
του Αιγαίου θάλασσα
διάφανη λαμπερή εξαίσια
να την κοιτάζεις δεν χορταίνεις...
Όσο κι αν ατενίζεις
πέρα μακριά -ίσαμε 'κείνη του καραβιού τη ρότα:
Ύδρα, Αίγινα, Πόρος, Μύκονος
χιλιάδες καταγάλανα νησιά
στην υδάτινη αγκαλιά της απλωμένα.
Αύγουστος κοντεύει, μήνας διακοπών:
σε κοχλάδια, τσουρουφλισμένα απ' τον καυτό ήλιο
τι να ζητούν αυτά τα σώματα
στα κύματα παραδομένα
στον άνεμο που φυσάει απαλός;
Αφανισμό στο χάδι αυτό της φύσης
-όλα σαν μια προετοιμασία:
απ' τα δεσμά της ύλης προς μια ελευθερία!
(top)
Άρνηση
Και
τώρα που απόκαμες από την κούραση της μέρας
με νου γεμάτο εξαίσιες εικόνες, ήχους θαυμαστούς
έχοντας πάλι ανασκαλέψει το σήμερα, το χθες
τα βλέφαρα χαμήλωσες.
Όμως το μυστικό μιας ευτυχίας άπιαστης απρόσιτο σου μένει.
Συντρίμμια εικόνων και μορφών
καλειδοσκόπιο φωτεινό
-άλλων καιρών παιχνίδι-
η ζωή σου
οριστικό δεν φαίνεται να παίρνει σχήμα
κι όλο μπερδεύονται οι ήχοι, οι εικόνες...
Σαν φθάσει μεσημέρι
στο πουκάμισο της αδιαφορίας
τυλιγμένος και πάλι
πέρα ξανά κοιτάς στη θάλασσα
τις βάρκες ν' αργολικνίζονται στο φύσημα του ανέμου... (top)
Εκείνα
που χάσαμε
Σίφνος,
Σκύρος, Μάνη, Επίδαυρος, Μονεμβασιά
βουνά, θάλασσες, καταπράσινες πλαγιές
χειμωνιάτικα δειλινά, καυτά μεσημέρια...
Όταν τα βήματα μας
σε πλακόστρωτα δρομάκια αντηχούσαν
μέσα στ' αρώματα της εξοχής, χαμένοι μες τους μύθους.
Κι ύστερα σαν τον Ταύγετο αφήναμε πίσω
καθώς ο ήλιος έδυε
κι όλα σιγά σιγά στο σκοτάδι βυθίζονταν
μες τη σιωπή των κοπαδιών
που μέσ' στο σύθαμπο ξεμάκραιναν...
και κάθε αστέρι ήταν μια φλόγα
που στην ψυχή μας σιγόκαιε,
μονάχοι και βουβοί απομέναμε
πίσω κοιτάζοντας τις μάταιες εικόνες
χαμένες ευκαιρίες. (top)
Σιωπηλό
φεγγάρι
Αργά
αργά τα βλέφαρα της μέρας χαμηλώνουν
καθώς τα τελευταία ορτύκια πετούν
για να κουρνιάσουν
σε κάποιου δένδρου το κλαδί
τώρα που ο αγέρας κόπασε κι οι καλαμιές μονάχ' απόμειναν
ν' αργοσαλεύουν...
Το αχνό θεσπέσιο χρώμα τ' ουρανού
αρχίζει να βαθαίνει -ώσπου να γίνει μαύρο-
και τότε θα φανεί το πρώτο το αστέρι
της μοναξιάς της πιο πικρής
πιστός αιώνιος σύντροφος.
Και τούτη η νύχτα, μεσ' τη σιγή
των πεύκων και της θάλασσας
των αραγμένων καραβιών θα πέσει.
Μεσ' το μυστήριο ετούτης της σιωπής
θα περιμένεις πάλι να φανεί
τ' ολόγιομο φεγγάρι
μα 'κείνο αδιάφορο, χωρίς να σου μιλήσει
στα σύννεφα
αργόσυρτα το πέρασμα του θα διανύσει. (top)
Ανύπαρκτο
Λιμάνι
Κάπου αλλού ευτυχισμένοι
άνθρωποι
δεν ξενυχτούν περιμένοντας
αγωνιώντας στο πέρασμα του χρόνου.
Λαμπρός ο ήλιος έξω στολίζει με τη λάμψη του τη φύση
δίδοντας της εξαίσια χρώματα
Ο αγέρας τότε, στα μαλλιά σου κυμάτιζε
στις καλαμιές απέναντι...
Όμως εμείς
στο κυνήγι ριγμένοι μιας άπιαστης χίμαιρας
άμαθοι ναυτικοί που δεν ξέρουν για που τραβούν
σε κύματα κι ανέμους παραδέρναμε
ανικανοποίητοι πάντα... (top)
|